ιόνιο

ιόνιο
Ραδιενεργό ισότοπο του θορίου που ανήκει στη σειρά του ουρανίου και συμβολίζεται με Ιο. Λίγο μετά την ανακάλυψη της ραδιενέργειας βρέθηκε ότι η άλφα και βήτα διάσπαση των ραδιενεργών στοιχείων δίνουν παράγωγα που διαφέρουν χημικά από τα μητρικά στοιχεία, και ότι το νέο στοιχείο ράδιο προκύπτει από την άλφα διάσπαση ενός άγνωστου τότε στοιχείου που ονομάστηκε ι. Οι χημικές ιδιότητες του ι. βρέθηκε ότι είναι ίδιες με του θορίου και ότι ήταν αδύνατον να διαχωριστούν τα δύο αυτά στοιχεία μετά από ανάμειξή τους. Η συστηματική έρευνα έδειξε ότι το ατομικό βάρος του ι. είναι 230 ενώ του θορίου είναι 232. Με τις σημερινές έννοιες το ι. είναι το 230Th και έχει χρόνο ημιζωής 80.000 χρόνια.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Ιόνιο πέλαγος — Τμήμα της Μεσογείου που ορίζεται στα Β από τη νότια Ιταλία, στα Α από την Αλβανία και την Ελλάδα, στα Δ από την ανατολική ακτή της Σικελίας και τη χερσόνησο της Καλαβρίας· στα Ν το όριό του δεν είναι δυνατόν να καθοριστεί ακριβώς. Με τον πορθμό… …   Dictionary of Greek

  • Ιόνιο — το το πέλαγος που βρέχει τις δυτικές ακτές της Ελλάδας: Νησιά του Ιονίου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ιόνιο Πανεπιστήμιο — Ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα που λειτουργεί με τη μορφή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου και με πλήρη αυτοδιοίκηση. Ιδρύθηκε το 1984 με το προεδρικό διάταγμα 83/1984 (μαζί με τα Πανεπιστήμια Αιγαίου και Θεσσαλίας). Εποπτεύεται από το κράτος (η… …   Dictionary of Greek

  • Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… …   Dictionary of Greek

  • Επτάνησα ή Επτάνησος — Ιστορική και γεωγραφική νησιωτική περιοχή (2.307 τ. χλμ., 212.984 κάτ.) που εκτείνεται κατά μήκος των δυτικών παραλίων της Ελλάδας μέχρι τη νότια Πελοπόννησο. Περιλαμβάνει από τα Β προς τα Ν τα νησιά Κέρκυρα, Παξοί, Λευκάδα, Ιθάκη, Κεφαλονιά,… …   Dictionary of Greek

  • Πρέβεζας, νομός — Διοικητική διαίρεση της Ηπείρου στο νοτιοδυτικό άκρο της. Έχει σχήμα ισοσκελούς τριγώνου και συνορεύει στα Β με τους νομούς Θεσπρωτίας και Ιωαννίνων, στα Α με τον νομό Άρτας, ενώ στα Ν και στα Δ βρέχεται, αντίστοιχα, από τον Αμβρακικό και από το… …   Dictionary of Greek

  • παλαιογεωγραφία — Κλάδος της γεωλογίας, που ερμηνεύει και συσχετίζει τα δεδομένα των στρωματογραφικών, τεκτονικών και παλαιοντολογικών παρατηρήσεων, με σκοπό να αναπαραστήσει τη διαμόρφωση των ξηρών, όπως αναδύθηκαν κατά τους περασμένους γεωλογικούς χρόνους. Οι… …   Dictionary of Greek

  • Αιτωλίας και Ακαρνανίας ή Αιτωλοακαρνανίας, νομός — Νομός (5.461 τ. χλμ., 224.429 κάτ.) της περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος. Πρωτεύουσα του ν.Α. είναι το Μεσολόγγι (12.225 κάτ.). Αντιστοιχεί με μικρές διαφορές στις περιοχές της αρχαιότητας Αιτωλία και Ακαρνανία. Συνορεύει στα Α με τους νομούς Φωκίδος …   Dictionary of Greek

  • Βουλισμάς — Επώνυμο λογίων από την Ιθάκη. 1. Αγάπιος (18ος αι.). Ιερομόναχος που διετέλεσε καθηγητής σε εκπαιδευτήρια της Αθήνας. 2. Δωρόθεος (β’ μισό 18ου αι.). Σπούδασε λατινικά στην Ουγγαρία και υπήρξε εκδότης έργων του Ν. Βλεμμύδη. 3. Ευστάθιος (; –… …   Dictionary of Greek

  • μελτέμια ή ετησίαι — Σταθεροί ανεμοι που πνέουν στην κατώτερη ατμόσφαιρα. Είναι κυρίως του βόρειου τομέα (ΒΑ ΒΔ ή και Δ) και επικρατούν στην ανατολική λεκάνη της Μεσογείου κατά τη θερμή περίοδο, ιδίως την περίοδο Μαΐου Σεπτεμβρίου. Στις ελληνικές θάλασσες, τα μ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”